Ετικέτες

02 Ιουνίου 2021

Μανόλης Χατζηδάκης, Εικόνες της Πάτμου

ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ ΜΑΝΟΛΗΣ, Εικόνες της Πάτμου. Ζητήματα βυζαντινής και μεταβυζαντινής ζωγραφικής. Καλλιτεχνική επιμέλεια έκδοσης: Τάκης Κατσουλίδης. Εθνική Τράπεζα της  Ελλάδος. Δεκέμβριος 1977, σελ. 205. Πανόδετη έκδοση. 

Το βιβλίο αυτό είναι μια πρώτη συστηματική παρουσίαση της βυζαντινής, μεταβυζαντινής και νεοελληνικής θρησκευτικής ζωγραφικής της Πάτμου. Η ζωγραφική αυτή, έκφραση της καλλιτεχνικής ευαισθησίας, του θρησκευτικού βίου αλλά και των πολλαπλών ρευμάτων που διασταυρώθηκαν μέσα στον ελληνικό χώρο, αποτελεί μία από τις σημαντικότερες εκδηλώσεις της ελληνικής πολιτιστικής ιστορίας. Η Μονή του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στην Πάτμο ήταν ο χώρος όπου συγκεντρώθηκαν πλήθος έργα θρησκευτικής τέχνης, και ιδιαίτερα εικόνες: εικόνες που έρχονται από την Κωνσταντινούπολη κατά τη  βυζαντινή εποχή ή που παραγγέλλονται ειδικά –κυρίως στην Κρήτη, μα και αλλού– για το μοναστήρι και τις εκκλησίες του νησιού· εικόνες που μεταφέρονται από άλλους τόπους για να διασωθούν από πολέμους και εχθρικές επιδρομές· και, μερικές, ευλαβικά αναθήματα απλών χριστιανών ή αρχόντων, που προσφέρονται στη Μονή. Έτσι, η Πάτμος έγινε από πολύ νωρίς ο τόπος όπου συγκεντρώνεται μια εξαιρετικά πλούσια συλλογή θρησκευτικών εικόνων. Ο Μανόλης Χατζηδάκης, βαθύς γνώστης των θεμάτων της βυζαντινής και της μεταβυζαντινής ζωγραφικής, δημοσιεύει 164 εικόνες, σε μεθοδική κατάταξη και υπομνηματισμένες, και προχωρεί στη μελέτη ορισμένων ειδικών αλλά και γενικότερων ζητημάτων που θέτουν τα ίδια τα έργα και οι συνθήκες παραγωγής τους.






























08 Μαΐου 2021

Τοιχογραφίες στο παρεκκλήσιο Παναγίας της Ι.Μ. Πάτμου

ΑΧΕΙΜΑΣΤΟΥ-ΠΟΤΑΜΙΑΝΟΥ ΜΥΡΤΑΛΗ, Βυζαντινές τοιχογραφίες. Εκδοτική Αθηνών, 2006, σελ. 272. Πανόδετη έκδοση. 







Η Φιλοξενία του Αβραάμ (Αγία Τριάδα), τέλη 12ου αιώνα. Πάτμος, παρεκκλήσιο Παναγίας (ιερό, ανατολικός τοίχος)
Το παρεκκλήσιο της Παναγίας, κτίσμα του 12ου αιώνα, είναι προσαρτημένο στη νότια πλευρά του καθολικού. Μονόχωρο, καλύπτεται με σταυροθόλιο και μικρότερες καμάρες στα άκρα. Ο τοίχος της τράπεζας, στην οποία στηρίζεται ανατολικά, δεν επέτρεψε τη διαμόρφωση αψίδας του ιερού.
Το αρχικό ζωγραφικό πρόγραμμα στο παρεκκλήσιο της Παναγίας τιμά τη Θεοτόκο και την Αγία Τριάδα στο ιερό και τα θαύματα του Χριστού, που παριστάνονται στην οροφή και ως το μέτωπο του δυτικού τοίχου, όπου πιο κάτω σπάνια για την εποχή σύνθεση ιεράρχη ως Πηγής της σοφίας, καθώς και πλήθος αγίων.
Η Φιλοξενία του Αβραάμ διακοσμεί το τύμπανο του ανατολικού τοίχου επάνω από την ένθρονη Παναγία, σε μικρότερη κλίμακα, και επιγράφεται "Η Αγία Τριάς", εικόνα της οποίας αποδίδει συμβολικά η παράσταση. Το μυστικό, σωτηριολογικό και ευχαριστιακό νόημά της εξηγεί τη θέση της βιβλικής θεοφάνειας στο ιερό, όπου βρίσκεται ήδη τον 6ο αιώνα, όπως κατόπιν συχνά στις παλαιολόγειες τοιχογραφίες. Η σπάνια της εποχής θέση στο παρεκκλήσιο της Πάτμου θα πρέπει να συνδέεται ειδικότερα με τις έντονες θεολογικές συζητήσεις αυτών ακριβώς των χρόνων. Επιβλητική στη συμβολική της ενάργεια και απλότητα η παράσταση, απορρίπτει κάθε στοιχείο δήλωσης τοπιογραφικού περιβάλλοντος. Οι τρεις άνδρες της βιβλικής διήγησης (Γέν. 18) και άγγελοι Κυρίου, ζυγισμένοι στο κέντρο, με έξοχη συμμετρία στη στάση, ευλογούν το τραπέζι που ετοίμασε στην υποδοχή τους ο Αβραάμ, που τους διακονεί από αριστερά προσερχόμενος. Αναδεικνύεται ο μεσαίος, κατά μέτωπο, άγγελος, με πορφυρό χιτώνα και βαθυκύανο ιμάτιο σαν ο Χριστός, κρατώντας το κλειστό ειλητό αντί σκήπτρου των άλλων. Με θελκτικά νεανικά πρόσωπα, ζωηρό πλάσιμο και δυνατό βλέμμα, με τελετουργική διαγράμμιση των πτυχών στα φορέματα, οι ουράνιοι απεσταλμένοι υψώνονται ήρεμα με το άνοιγμα των φτερών. Μικρότερος στη σκέπη τους, κινείται ο σεμνός πρεσβύτης με πλούσιο, δυναμικό απόπτυγμα του ιματίου.
Ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος, τέλη 12ου αιώνα. Πάτμος, παρεκκλήσιο Παναγίας (ιερό, βόρειος τοίχος)
Στην αρχή του βόρειου τοίχου, στο ιερό του παρεκκλησίου της Παναγίας, ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος, με το διάκονο άγιο Στέφανο τον Πρωτομάρτυρα που τον συνοδεύει θυμιατίζοντας κατά μέτωπο πλάι, συλλειτουργεί με δύο ανώνυμους ιεράρχες Ιεροσολύμων στον απέναντι νότιο τοίχο. Πολιός, λιγνός και υπερύψηλος γέροντας, με απλό φαιλόνιο και ωμοφόριο, ο πρώτος επίσκοπος της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων προσκλίνει στην ένθρονη Θεοτόκο με τον Χριστό, με συγκρατημένη προς τα δεξιά κίνηση και βαθιά κλίση της κεφαλής, διαβάζοντας την ευχή της Προσκομιδής γραμμένη στο ειλητό του. Τα άμφια ανεμίζουν διακριτικά, καθώς και η κόμη, με σταθερή σύνταξη των πτυχών τους σε μακριές, γραμμικές και ευκίνητες δέσμες, που κοσμούν τη διαβαθμισμένη χρωματικά επιφάνεια του υφάσματος, με ανάλαφρη στο φως υπογράμμιση όγκου. Σοβαρή και σεμνή η όψη του σεβάσμιου ιεράρχη χαράζεται με ρυτίδες στοχασμού και σοφίας. Το βλέμμα αναπέμπεται στο όραμα ιερής ώρας με συγκατάβαση και συμπόνοια για τα ανθρώπινα.
Ο Χριστός με τη Σαμαρείτιδα, τέλη 12ου αιώνα. Πάτμος, παρεκκλήσιο Παναγίας (καμάρα ιερού)
Στη βόρεια πλευρά της καμάρας του ιερού παριστάνεται η Συνάντηση του Χριστού με τη Σαμαρείτιδα στο φρέαρ του Ιακώβ, με ιερατικού τόνου προσήλωση στη διαβάθμιση μεγεθών των προσώπων, καθώς στη Φιλοξενία του Αβραάμ, και με αντίστοιχο χρωματικό χαρακτηρισμό στα φορέματα, ανοιχτόχρωμα για το μαθητή και τη Σαμαρείτιδα. Αριστερά η νεαρή γυναίκα, στηρίζοντας την υδρία στο στρογγυλό στόμιο του πηγαδιού, αποκρίνεται θαρρετά και προσεκτικά στον οδοιπόρο, που κάθεται με αξιοπρέπεια δεξιά. Ο Χριστός την ευλογεί με προφητικούς λόγους, της υπόσχεται "το ύδωρ το ζων". Δίπλα του, πιθανώς ο Ιάκωβος, ο τιμώμενος αδελφός του αγαπημένου της μονής Ιωάννη, φαίνεται να εκφράζει με εύγλωττη χειρονομία τη δυσπιστία και απορία του Ιουδαίου για την καταδεχτική στάση του Χριστού στη γυναίκα από τη Σαμάρεια. Λίγα στοιχεία περιγράφουν τον τόπο με βάρος και ένταση. Είναι το πέτρινο πηγάδι και η κολώνα με τις πέτρες μπροστά στο καταπράσινο έδαφος, και στο βάθος βουνό με στρογγυλεμένο όγκο και συστάδα βράχων στην κορυφή, που σκιαγραφεί τους κομψούς θάμνους και προσφέρει φωτεινή επιφάνεια σε προβολή του ηγεμονικού αναστήματος του Χριστού. Λεπτές και χυτές, καλλιγραφημένες με αντίληψη κάλλους μορφές με άνετες στάσεις και χάρη, και η καθαρότητα της γραφής, δεν αφήνουν αμφιβολία για την προέλευση του ζωγράφου των τοιχογραφιών από την Πρωτεύουσα. Την ανώτερη ποιότητα της κωνσταντινουπολίτικης τέχνης δηλοποιούν εξίσου η εύρυθμη και εύστοχη σύνθεση, η τυπολογική συγκρότηση και τα πυκνά νοήματα του διακόσμου.

06 Μαΐου 2021

Η ζωγραφική των βυζαντινών χειρογράφων της Ι. Μ. Αγίου Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου

ΓΑΛΑΒΑΡΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ, Ζωγραφική βυζαντινών χειρογράφων. Εκδοτική Αθηνών, 2006, σελ. 279. Πανόδετη έκδοση.  














Προμετωπίδα, φ. 1α, κώδ. 33 (Ομιλίες Γρηγορίου Ναζιανζηνού), 941.
Η εικονιζόμενη προμετωπίδα, η πρώτη στο βιβλίο και η μόνη που δεν πλαισιώνει στίχους, κοσμείται με πλέγμα από κόμβους που καταλήγει στην κορυφή σε αγγείο, με φυτά και αντωπούς πετεινούς, και στη βάση σε δύο πελαργούς. Αυτό το πλεκτό σχέδιο και ο συνδυασμός του με πτηνά ανακαλεί ψηφιδωτά δάπεδα σε ναούς της Ιταλίας.














Η Γέννηση του Χριστού και ο ευαγγελιστής Ματθαίος αριστερά, επίτιτλο του Ευαγγελίου του Ματθαίου δεξιά, φφ. 5β, 6α, κώδ. 274 (Τετραευάγγελο), 1125-1150.
Η παραδοσιακή παράσταση της Γέννησης περικλείει χαριτωμένες σκηνές, όπως τα δύο αρνιά που ξεδιψάζουν στο ρυάκι, στοιχείο γνωστό από την παράσταση της Γέννησης στα ψηφιδωτά του Δαφνιού. Εντυπωσιακή είναι η δραματική στάση του νεαρού βοσκού, ενώ ιδιαίτερη δογματική σημασία έχουν τα σταυρωμένα χέρια του Ιησού στη φάτνη. Η κλίμακα του σχεδίου στις δύο σκηνές είναι άνιση. Η Γέννηση, στο επάνω μέρος, με τα πολλά εικονογραφικά στοιχεία φαίνεται να βαραίνει το μοναχικό ευαγγελιστή, κάτω. Οι μορφές είναι κομψές και έχουν ζωντάνια, χαρακτηριστικά που απουσιάζουν από τον 11ο αιώνα. Τα χρώματα είναι διάφανα και ο γενικός χαρακτήρας της σύνθεσης διακοσμητικός. Η στάση και το πρόσωπο του ευαγγελιστή δείχνουν ένταση, που την επαναλαμβάνει ο ρυθμός των επίτιτλων και της αρχιτεκτονικής. Το πλούσιο επίτιτλο με την ποικιλία στο σχέδιο και την αριστουργηματική εκτέλεση δηλώνει το σημαντικό ρόλο του κοσμήματος στη ζωγραφική των χειρογράφων τον 12ο αιώνα.
Ο Μέγας Βασίλειος λειτουργών και επάνω η Παναγία δεομένη, Λειτουργικό ειλητάριο αρ. 707, πρώιμος 13ος αιώνας.
Ένα από τα σημαντικότερα βυζαντινά λειτουργικά ειλητάρια που έχουν διασωθεί. Περιέχει τις μυστικές προσευχές που απαγγέλλει ο ιερέας στη Λειτουργία. Εκτός από την εικονιζόμενη μικρογραφία, το ειλητάριο διακοσμείται με πολλά ιστορημένα πρωτογράμματα που σημειώνουν την αρχή κάθε προσευχής.
Η μικρογραφία στην αρχή του ειληταρίου παριστάνει τον άγιο Βασίλειο στο ιερό μιας εκκλησίας να λειτουργεί πίσω από την αγία τράπεζα μαζί με δύο διακόνους. Κάτω από τον κεντρικό τρούλο του ναού παριστάνεται η Παναγία δεομένη. Το οικοδόμημα, αν και υποδηλώνει εκκλησία, είναι ένα παιχνίδι φαντασίας, με δυνατά αντιθετικά χρώματα και καθαρά διακοσμητικό χαρακτήρα. Συνδέεται με το Λειτουργικό Ειλητάριο των Αθηνών 2759 του 12ου αιώνα, τις Ομιλίες του Ιακώβου του Κοκκινοβάφου και τον κώδικα του Σινά 339 και είναι προϊόν του ίδιου κωνσταντινουπολίτικου εργαστηρίου. Παράλληλα όμως το φανταστικό αυτό αρχιτεκτόνημα έχει και μια ανατολίτικη πνοή. Οι επίπεδες αρχιτεκτονικές επιφάνειες, ο τρόπος δομής τους και η χρωματική τους σύνθεση θυμίζουν ισλαμικά χειρόγραφα. Το τετράγωνο διακοσμητικό «χαλί» κάτω από το οικοδόμημα επαναλαμβάνει έναν τύπο σχεδίου του 12ου αιώνα. Το πρωτόγραμμα Ο, που σημειώνει την αρχή της προσευχής της Πρόθεσης, περιέχει στηθαίο τον Χριστό Εμμανουήλ.
Ο ευαγγελιστής Ιωάννης και ο Πρόχορος, φ. 238β, κώδ. 81 (Τετραευάγγελο), 1334-1335.
Η εικονογραφία είναι καθιερωμένη. Ο γηραιός ευαγγελιστής ακούει τη φωνή του Κυρίου, που δηλώνει το χέρι του Θεού, και ταυτόχρονα υπαγορεύει το κείμενό του στο μαθητή του Πρόχορο. Η σπηλιά πίσω από τον Πρόχορο δεν αναφέρεται στη ζωή του Ιωάννη, που την έγραψε ο Συμεών ο Μεταφραστής τον 10ο αιώνα, αλλά σε μια άλλη παλαιά παράδοση, σύμφωνα με την οποία ο Ιωάννης έγραψε την Αποκάλυψη σε μια σπηλιά στην Πάτμο. Η στάση είναι κάπως αλύγιστη, τα ιμάτια φαρδιά και τα χρώματα, ιδιαίτερα το γκριζοπράσινο, έχουν αποδοθεί σύμφωνα με την καλαισθησία της εποχής.
Επίτιτλο του Ευαγγελίου του Ματθαίου, φ. 17α, κώδ. 81 (Τετραευάγγελο), 1334-1335.
Το επίτιτλο του Ευαγγελίου του Ματθαίου, όπως και τα άλλα του κώδικα αυτού, ανήκει στην κατηγορία των αριστουργημάτων της βυζαντινής διακοσμητικής του 14ου αιώνα. Ο τίτλος, οι λειτουργικές ενδείξεις, το κείμενο της σελίδας είναι γραμμένα με χρυσή γραφή. Ελισσόμενοι φυλλοφόροι κλάδοι με ανθοπέταλα, σε βασιλικό μπλε (royal bleu), βαθύ κόκκινο και γκριζοπράσινο, χρώματα τα οποία χρησιμοποιούνται και στους ευαγγελιστές, δημιουργούν ένα περίτεχνο επίτιτλο. Αν και φανερώνει, όπως και τα πορτραίτα των ευαγγελιστών, την επιθυμία του παραγγελιοδότη (ασφαλώς κάποιου υψηλόβαθμου κληρικού, ο οποίος προόριζε από την αρχή το ευαγγέλιο για λειτουργική χρήση) να αναπλάσει την πολυτέλεια των χειρογράφων του 10ου αιώνα, το αποτέλεσμα δεν δικαιώνει την πρόθεση. Ο ρυθμός των κλάδων είναι υποταγμένος σε σύστημα και σχήματα γεωμετρικά που δείχνουν ισλαμικές επιδράσεις, φανερές και στο πρωτόγραμμα Β, οι οποίες δίνουν έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα στο κόσμημα.

04 Μαΐου 2021

Το Ψήφισμα των Πατμίων για ένωση με την Μητέρα Ελλάδα (8 Ιανουαρίου 1913)

Με το τέλος του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου η Πάτμος βρέθηκε υπό ιταλική κατοχή. Διακαής πόθος των κατοίκων της, όπως άλλωστε όλων των Δωδεκανησίων, ήταν η ένωση με την Ελλάδα. Ενόψει της Συνδιάσκεψης του Λονδίνου, όπου θα κρινόταν μεταξύ άλλων και η τύχη των Νοτίων Σποράδων, οι Πατινιώτες συγκεντρώθηκαν στις 8 Ιανουαρίου 1913 στο Δημαρχείο του νησιού τους και υπέγραψαν Ψήφισμα με το οποίο διαμηνύουν προς όλους τους εμπλεκομένους την ομόφωνη απόφασή τους για ένωση με την Μητέρα Ελλάδα.
Στα Αρχεία του ΥΠΕΞ διασώζεται όχι μόνο το χειρόγραφο του Ψηφίσματος αυτού, αλλά και οι ιδιόγραφες υπογραφές 300 περίπου οικογενειών του νησιού. Οι απόγονοι των Πατμίων που υπέγραψαν το Ψήφισμα μπορούν να αναγνωρίσουν σήμερα πολλούς συγγενείς τους.












































Geo Sostes, Αγγελής Δάριζας, Δ. Β. Σταμούλης, Δημ. Καλλιγάς, Ιω. Π. Νικολάου, Δ. Θεοδωράτος, Αναστ. Μαγγανάς, Βασίλειος Μπάστας, Ιωάννης Χ. Γεωργίου, Νικόλαος Φωκάς, Γεώργιος Κοκκινάκης, Ι. Μαρκάκης, Ι. Χαλκουτάκης, Μ. Η. Μαλανδράκης, Βασίλειος Δ. Σταμούλης, Μικές Ν. Καλαβρός, Κωνστ. Μ. Βογιατζής, Εμμ. Διαμαντής, Εμμ. Μαγουλάς, Δημ. Καλαϊτζής, Δ. Ξενάκης, Ι. Σιφουνιός, Μιχαήλ Νικολάου, Κώστας Μιαούλης, Χαρ. Α. Βουδρουμάνος, Αντώνιος Μ. Σταράς, Πολυχρόνης Γρηγορίου, Ιω. Μ. Κεφαλάς, Δημ. Νικητάκης, Αγ. Θ. Νικητάκης, Δημ. Πετρόπουλος, Αναστ. Κεφάλας, Παναγής Φωκιανός, Ιω. Μπουρνής, Κωνστ. Φωτόλης, Γεώργ. Καργιώτης, Αντώνιος Κουντουρζής, Αγγελής Μαγουλάς, Στ. Ε. Φέγκαρος, Κυρ. Ι. Ντούντας, Χρ. Σ. Κάππος, Εμμ. Κάππος, Δημ. Γ. Μανωλιού (;), Δημ. Ουρανός, Γεωρ. Μπεντής, Β. Σταματάκης, Β. Βρατσάλης, Π. Δ. Μανωλιού, Ι. Ν. Ζαμπούνης, Νικ. Λεούσης, Αντ. Σμάλης, Λ. Πουλιεζίδης, Γεώργιος Ι. Κρητικός, Γεράσιμος Λεούσης, Θεόδωρος Γαζής, Γεώργιος Αυγερινός, Νικόλαος Κοκκινάκης, Π. Ν. Μωραΐτης, Δ. Φαρμακάκης, Γ. Αλεξάκης, Ν. Ι. Νικητάκης, Κ. Αλεξάκης, Γεωργ. Κοντογεωργάκης, Απόστολος Ξαγοράρης, Μαρκής Φαρμακάκης, Στέφανος Τσιτσιλιάνος, Περικλής Χεληδονόπουλος, Δημήτριος Φωκάς, Δημήτριος Μπενής, Χαράλαμπος Α. Ξαγοράκης, Νικήτας Νικηταράς, Αθανάσιος Φωτόπουλος, Νικήτας Λεονάρδος, Γεώργιος Κεφάλας, Ευστράτιος Νομικός, Κωνστ. Βαρβάκης, Νικολ. Καμπόσος, Χριστόδουλος Γύλος, Φωκάς Ελευθερίου, Στυλ. Μπαμπακόπουλος, Ι. Ν. Καλογιάννης, Νικ. Καλογιάννης, Αλέξανδρος Μπενής, Δημ. Μοσχονά (;), Κωνστ. Σκεμπές, Θεοδ. Θεοδοσίου, Ιάκ. Σκεμπές, Μάρ. Σιφουνιός, Ιάκ. Σιφουνιός, Λουκάς Σιφουνιός, Ν. Δ. Χαβιαράς, Γρηγ. Μ. Καραγιάννης, Παπασωτήρ Καρανικόλας, Διονύσιος Κατέχης, Ιωάν. Κατέχης, Μιχ. Καραμπίνης, Κωνστ. Κώτης, Ιω. Ν. Μπουρνής, Μιχ. Μιαούλης, Εμμ. Σταματάκης, Χρήστος Κατέχης, Κων. Γ. Αντωνιάδης, Ιω. Κ. Αντωνιάδης, Ν. Λεονάρδος, Εμμ. Φέγκαρος, Επ. Αλεξιάδης, Εμμ. Αντωνιάδης, Β. Ν. Κρητικός, Ν. Φαράκλης, Εμμ. Δαλαρής, Δημ. Ρεβίθης, Μιχ. Σιφουνιός, Νικ. Σιφουνιός, Δ. Μπουρδούσης, Μ. Ν. Ματθαίου, Κλ. Μαρουλάς, Γ. Λεπτάκης, Στ. Κολόρος (;), Ν. Καραμπίνης, Α. Παντελιός, Κ. Κούζος, Κ. Κουτούζος, Ζ. Μαργιόλος, Π. Ι. Κρητικός, Δ. Βαρβέλης, Δ. Μωραΐτης, Ελ. Φωκάς, Λ. Τσάκωνας, Εμμ. Ν. Κρητικός, Στ. Ε. Βαρβαρής, Αθ. Κάππος, Διον. Δραγώνας, Μ. Λοΐζος, Αντ. Ι. Καμπούρης, Μιχ. Καραλής, Δημ. Βακράτσος, Βασ. Κ. Βάλας, Ιω. Γύλος, Χρ. Ανδρέου, Βαγγέλης Στράτας, Μιχ. Νικητάκης, Δημ. Στράτας, Γεώρ. Κορώνης, Ν. Μπαρμπαρής, Ιω. Τσοχαλής, Ν. Κασκαλά (;), Λ. Φ. Λοΐζος, Γρ. Μπακράτσης, Νικ. Γ. Γαλεούδης, Φ. Λοΐζος, Κωνστ. Μαραβέλιας, Ιω. Σκουργιάς, Δ. Π. Κλεούδης, Γ. Κουτούλος, Θεοδ. Τσοχαλής, Σ. Καπράνης, Γ. Φασόλης, Στ. Βαρβαρής, Αντ. Γονιδάκης, Γ. Ν. Κλεούδης, Αντ. Π. Κλεούδης, Λεων. Σταρνάς, Ιω. Καμπούρης, Ιω. Ν. Αργυρού, Ζαχ. Λιανός, Γ. Α. Μικέλης, Χριστ. Γρύλλης, Λουκάς Βλάσης, Λουκάς Γρύλλης, Θεολ. Γρύλλης, Σιδ. Γρύλλης, Ηλ. Ι. Βιρβίλης, Ε. Π. Ι. Ευσταθίου, Γεώρ. Καλογεράκης, Δημ. Α. Καζιλιέρης, Εμμ. Δημητρίου, Μάρ. Κ. Μαρκάκης, Μιχ. Σταράς, Αντ. Στράτας, Δημ. Φράνσης, Νικ. Ι. Μελιανός, Αθ. Καρακατσάνης, Βασ. Ι. Μελιανός, Α. Κ. Γκλεούδης, Κ. Α. Καλούδης, Δ. Β. Βάλλας, Παν. Δ. Βάλλας, Επ. Σφαέλου, Μιχ. Βενέτης, Φωτ. Φουσκογιάννης, Βασ. Κουμεντούρας, Μαν. Καραμανώλης, Ιω. Ν. Μπουρνής, Νικ. Κ. Μαθιά, Γεώρ. Μαρκάκης, Γεώρ. Φλεβάρης, Αντ. Καλογιάννης, Γιακ. Μαρουλάς, Επαμ. Μαυρουδής, Αθ. Ρήγας, Σαρ. Πουλιέζος, Νικ. Σ. Πουλιέζος, Βασ. Καμινάρης, Ιωά. Ρήγας, Ιάκωβος Κωστής, Χριστ. Κούμανης, Ιω. Κάντρος, Σταύρος Μιχελής, Σιδερής Ι. Γρύλλης, Νικ. Κούμανης, Ιω. Μακρής, Βασ. Κούμανης, Απόστ. Κούμανης, Δημ. Γιαμαίος, Νικόλ. Μιχελής, Δημ. Κουκουμάρης, Μαν. Γιαμαίος, Νικόλ. Γαμπιερής, Σαράντης Γιαμαίος, Νικ. Κουκουμάρης, Δ. Γαμπιεράκης, Νικ. Γαμπιέρης, Νικ. Πουζάρης, Ευρ. Πουζάρης, Γεώρ. Πουζάρης, Νικήτας Ι. Νικηταράς, Γιάννης Ν. Νικηταράς, Πέτρος Καμίτσης, Αντ. Βασιλάκης, Ιωάν. Καμίτσης, Γεώρ. Παπήλιας, Μαν. Γαμπιερής, Γεώρ. Καμπουρογιάννης, Εμμ. Γεωργής, Ιω. Καράλης, Λ. Μ. Λοΐζος, Σπ. Ι. Κεφαλάς, Ιω. Σ. Κεφαλάς, Εμ. Δ. Ντούντας, Δημ. Γ. Ντούντας, Παν. Δ. Βάλας, Ιωάνν. Τσάκωνας, Αθαν. Ε. Πανελιός (;), Κωνστ. Κοντογιάννης, Ιω. Κ. Κοντογιάννης, Μιχ. Γαμπιερής, Δημ. Π. Βιολέντης, Ματ. Βασιλάκης, Ιω. Λαουντός, Σωτ. Μαγουλάς, Δημ. Τριανταφύλλου, Ιω. Βιολέντης, Ματ. Βασιλείου, Για. Λασυντός, Σωτ. Γρύλλης, Μιχ. Γιαμαίος, Μαρ. Κατσουλιέρης, Κων. Ι. Γρύλλης, Αθ. Κ. Γρύλλης, Νικ. Ρούσσος, Μαν. Α. Κοκόνας, Ιωάν. Κανέλης, Ιω. Γαμπιεράκης, Στ. Γαμπιεράκης, Πέρος Βιολέντης, Γεωρ. Μιχελής, Γιακουμής Μιχελής, Δημ. Μάρκου, Νικ. Γεωργάρας, Ιωά. Κοκκόνας, Στ. Α. Κοκόνας, Ιωάννης Ν. Κοκόλης, Ιάκ. Σμάλης, Ιάκ. Κουτούζος, Γεώρ. Μάνης, Ευρ. Λ. Σκεμπές, Αναστ. Γιάνναρος, Ν. Γιάνναρος, Βασ. Γιάνναρος, Βασ. Δ. Καραγκουλές, Γιακουμής Κουβάς, Μιχ. Κουβάς, Δημ. Καμπόσος, Στ. Παπαμιχαήλ, Γεώρ. Γαμπιερής, Νικήτας Νικηταράς, Παντ. Καμπόσος, Γεώρ. Κάντρος, Φτήμης Κουμάρης, Ανδρ. Κοκόνας, Αντ. Βιολέντης, Στ. Μητιλούνης, Γεώρ. Μ. Παντελιός, Θεολ. Μ. Παντελιός.   

Πηγή: ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΥΡΟΓΙΑΝΝΗΣ "Ψηφίσματα λαϊκών συνελεύσεων των κατοίκων Δωδεκανήσου για την ένωσή τους με την Μητέρα Ελλάδα (1912-1913)" [Καλυμνιακά Χρονικά, τόμος ΙΗ΄, 2009]

Η παρουσία Πατμίων στην εμποροπανήγυρη της Senigallia (18oαι.)

ΚΑΤΣΙΑΡΔΗ-HERING ΟΛΓΑ, Λησμονημένοι ορίζοντες Ελλήνων εμπόρων: Το πανηγύρι στη Senigallia (18ος - αρχές 19ου αιώνα). Βιβλιοπωλείο Διονυσίου Νότη Καραβία. Αθήνα, 1989, σελ. 237.







Το πανηγύρι της Senigallia (μικρή πόλη κοντά στην Αγκώνα) άκμασε από τα τέλη του 17ου και ιδίως το 18ο αιώνα. Ήταν η πιο περίφημη εμποροπανήγυρη της Ιταλίας κι ένα από τα πιο φημισμένα εμπορικά κέντρα της Ευρώπης. Ένας απαράμιλλος σταθμός συναλλαγών του Levante και της Δύσης.
Έλληνες καπετάνιοι και έμποροι (Επτανήσιοι, Μεσολογγίτες, Αιγαιοπελαγίτες) σταματούσαν στη Senigallia μεταφέροντας προϊόντα από το Ιόνιο, την ηπειρωτική Ελλάδα αλλά και από τις εσχατιές του Ανατολικού Αιγαίου και των Μικρασιατικών παραλίων, που θα κατέληγαν στις αγορές της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης.
Έντονη υπήρξε η παρουσία Πατμίων στο πανηγύρι της Senigallia. Οι Πάτμιοι με ευκίνητα, μικρά και μεγαλύτερα πλοία, ανάμεσά τους σαΐκες, siambecchini, κ.ά., ακολουθούσαν τον οικείο σ’ αυτούς δρόμο προς την Αδριατική και έφταναν στο λιμάνι της Senigallia μεταφέροντας συνήθως βαλανίδια, σφουγγάρια, κερί και βαμβακερά νήματα. Συνήθως οι καπετάνιοι ήταν και έμποροι. Μετέφεραν και πουλούσαν ή αγόραζαν εμπορεύματα ή ασκούσαν απλώς το ρόλο του μεταφορέα. Άλλοτε πάλι συμμετείχαν με μέρος του φορτίου, που προοριζόταν για λογαριασμό των ναυτών και εμπόρων που συνεπέβαιναν στο πλοίο ή που είχαν ναυλώσει το όλο ή μέρος του.
Η περίπτωση του Πάτμιου εμπόρου Ποθητού Ξένου, που το αρχείο του έχει διασωθεί, είναι ίσως από τις πιο αποκαλυπτικές για την τεχνική και την τακτική της επαφής των Πατμίων με τη Senigallia.












Τα γενεαλογικά δέντρα της Οικογένειας Mathà, Mattà και Μαθά της Σαντορίνης

ΚΗΠΟΥΡΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ, Δεσμοί αίματος και εξ αγχιστείας συγγένειες στο Αιγαίο (14ος – 20ός αιώνας). Τα γενεαλογικά δέντρα από το Αρχείο της Καθολικής Επισκοπής της Σαντορίνης. Προλογικό σημείωμα: Αγαμέμνων Τσελίκας. Σημείωμα του εκδότη: Δημήτρης Τσίτουρας. Αρχείο Θηραϊκών Μελετών – Συλλογή Δημήτρη Τσίτουρα. Αθήνα, 2016, σελ. 547+φωτογραφίες+cd με τις μεταγραφές των γενεαλογικών δέντρων.




Ανάμεσα στα 176 γενεαλογικά δέντρα που απόκεινται στην Καθολική Επισκοπή της Σαντορίνης, ο ιστορικός-ερευνητής Γιάννης Κηπουρός παρουσιάζει και εκείνα της Οικογένειας Mathà, Mattà και Μαθά που μέλη της έφυγαν από την Πάτμο και εγκαταστάθηκαν στην Σαντορίνη ήδη από τον 17ο αιώνα.















23 Απριλίου 2021

Η Πάτμος μέσα από 275 ασπρόμαυρες φωτογραφίες

ΠΑΤΜΟΣ/PATMOS. Κείμενο: Άννα Μαραβά-Χατζηνικολάου/Texte: Anne Marava-Hadjinocolaou. Φωτογραφίες: Μάρκος Δροσάκης/Photographies: Marcos Drossakis. Δέκα μόνο φωτογραφίες παραχωρήθηκαν από τους: Αν. Ορλάνδο, Π. Παπαχατζηδάκη και Γιάννη Πουλιέζο. Εκδοτικός οίκος "Αστήρ" Αλεξ. και Ευαγγ. Παπαδημητρίου. Αθήναι, Αύγουστος 1971, σελ. 29+275 α/μ φωτογραφίες. Σκληρόδετο.

































































































12 Απριλίου 2021

Η Πάτμος μέσα από την γραφίδα και το πενάκι της Αθηνάς Ταρσούλη

ΤΑΡΣΟΥΛΗ ΑΘΗΝΑ, Δωδεκάνησα. Τόμος Β΄: Πάτμος, Λέρος, Κάλυμνος, Αστυπάλαια. Εκδόσεις "ΑΛΦΑ" Ι.Μ. Σκαζίκη. Αθήνα, 1948, σελ. 355+χάρτες, σχέδια και φωτογραφίες εκτός κειμένου. 


















"
Η κορβέτα "ΠΑΤΡΑΙ" που μας ταξιδεύει είναι το πρώτο καράβι με ελληνική σημαία που θα βαφτίσει, ύστερα από 33 χρόνια, την άγκυρά του στη θάλασσα της Πάτμου. Ως τώρα την αυλάκωνε, όπως κι όλα τα Δωδεκάνησα, η τρίχρωμη ιταλική παντιέρα, τόσο ξένη κι αταίριαστη στον γαλανό αιθέρα της πατρίδας μας. Κι όλο σφυρίζει το καράβι, κι όλο ο αντίλαλός του αντηχεί στις γύρω θάλασσες και στα νησιά σ'ένα βαθύψυχο χαιρετισμό προς τη θρησκευτική Ακρόπολη της Δωδεκανήσου. Τα γόνατα λυγούν, οι ψυχές σκύβουν ευλαβικά, τα μάτια βουρκώνουν.
Όλο το νησί, από τα χαράματα ξεσηκωμένο, ήρθε να μας υποδεχτεί με τον Ηγούμενο και τους Πατέρες της Μονής, με λάβαρα, σημαίες, λουλούδια στον πλατύν όρμο του Μέρικα, όπου αράζει το πλοίο, γιατί στο καθαυτό λιμάνι της Σκάλας υπάρχει φόβος από τις νάρκες που έχουν ρίξει οι Γερμανοί. Σκηνές συγκλονιστικής συγκίνησης πνίγουν τη μιλιά στα χείλη, φωτίζουν παράξενα τις μορφές, ξετυλίγονται ανάμεσα σ' αυτό το πλήθος που σφιχταγκαλιάζεται με κλάματα και με αχόρταγα φιλιά ..."












































10 Απριλίου 2021

Ilarie Voronca, Patmos (ποίηση)

 



Sur cette route. Oui, sur cette route
J'avais déjà dû passer une autre fois:
Je reconnaissais une branche, une fenêtre
Comme un sourire déjà vu sur un visage ravagé.




Ici il y a des îles tres belles
Elles ont des boucles. Elles savant sourire,
Un navigateur passé, les salue.
Et longtemps encore leur crépuscule persiste
Parmis les églantiers ou les groseilles.


Le vent a touché les cordes des hiboux
Et le vol gluant s’est pris à mes doigts,
Les bras, le cou, les cuisses d’ une femme
Viennent lentement comme les lambeaux d’une mélodie sur cette onde du vent,
Quand t’es-tu jetée sous les roues de l’orage
Et ton corps sous les vagues d’une chanson
Quand s’est-il arrêt
é sur ces sommets?


Près de la lumière de plus en plus inquiète
Alors, brusquement, l’Ile-Fantôme
S’est approchée, de mon front, comme un morceau de glace
L’Ile que je pressentais comme un grand silence
Alors j’ai su que c’était
L’Ile-Fantôme.








Patmos? Terre de l’Apocalypse?
Alors planant autour de mes tempes
L’Ile-Fantôme s’est approchée de moi
Comme d’un creux d’arbre, un serpent
Comme d’un montre, les heures
Comme d’un violon, le chant.










Je suis resté près des distributeurs de terres
Près des vendeurs de chiffres, de chevaux, de paroles,
J'ai été partout l'homme étranger,
Qui écoute, sans y prendre part, les marchandages, les accords.







Ah! la racine ridée en dehors de l’orbite de la ville
La racine contre laquelle le vent frotte son museau comme un poulain
La terre crevassée où mon front de terre se repose.






En haut les cigognes séchées comme des linges
Portaient sous leurs ailes des miroirs où scintillaient les coupoles,
Pailles ou foudres dans le mors mat de l’océan
Bandes de fumée transparente sur les paupières de la forêt.









Claire, toujours plus Claire,
La vision dissoute dans les tempes et dans ces graines,
Vague désir qui s’emplit en nous, comme un seau dans un puits,
De chansons, de nuages, de jets d’eaux.





Αποσπάσματα από το εκτενές ποίημα με τίτλο PATMOS του Ilarie Voronca.






Ilarie Voronca (1903-1946)
Ρουμάνος εβραίος ποιητής της avant-garde. Το 1933 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι και το 1938 πολιτογραφήθηκε Γάλλος. Έλαβε μέρος στην Αντίσταση. Στις 4 Απριλίου 1946, κλειδαμπαρώθηκε στην κουζίνα του σπιτιού του, σφράγισε πόρτες και παράθυρα, κατάπιε ένα κουτί υπνωτικά χάπια μαζί με αλκοόλ και έκοψε τον σωλήνα του υγραέριου. Αυτοκτόνησε χωρίς να αφήσει κανένα σημείωμα.

09 Απριλίου 2021

Τα χαράγματα στο παρεκκλήσι του Αγίου Βασιλείου της Ι. Μονής Πάτμου

Ελληνική εμπορική ναυτιλία (1453-1850). Γράφουν: Γ. Λέων, Α. Τζαμτζής, Α. Αβραμέα, Α. Καρακατσάνη, Ν. Μισιρλή, κ.ά. Καλλιτεχνική επιμέλεια: Τάκης Κατσουλίδης. Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, 1972, σελ. 510+αναδιπλ. εικόνες+1 αναδιπλ. χάρτης. 


ΑΓΑΠΗ ΚΑΡΑΚΑΤΣΑΝΗ: Τα χαράγματα στο παρεκκλήσι του Αγίου Βασιλείου εξιστορούν την επιδρομή και την καταστροφή της Πάτμου από την αρμάδα του Βενετού Μοροζίνι το 1659.
Στο παρεκκλήσι του Αγίου Βασιλείου κοντά στο καμπαναριό, όλο το κάτω μέρος των τοίχων μέχρι 75 εκατοστά ύψος από το πάτωμα έχει χαραγμένα καράβια και ιππότες σε χοντρό κόκκινο σοβά. Απεικονίζονται ένα πλήθος καράβια κάθε λογής, μερικές φορές το ένα πάνω στο άλλο, γαλέρες και πολεμικά γαλιόνια, φορτηγά με τριγωνικά πανιά, λατινάδικα, γριπάρια, μικρά φορτηγά με μαζεμένα πανιά, άγκυρες, σιδερόφρακτοι ιππότες που σκοτώνουν ανθρώπους, άγιοι και δυο μακρόστενα αντικείμενα που στην κορφή του ενός ακουμπά ένα μικρό φορτηγό καράβι. Σε όλο αυτό το ζαλιστικό πλήθος και την ποικιλία υπάρχουν ορισμένες ενδείξεις που μαρτυρούν ότι τα χαράγματα αυτά δεν έγιναν τυχαία και σε διάφορα χρονικά διαστήματα. Η σημαντικότερη είναι πως όλα τα καράβια ανήκουν σε τύπους που χρησιμοποιούνται τον 16ο και 17ο αι. Μία δεύτερη εξίσου σημαντική ένδειξη είναι ότι τα καράβια, ανάλογα με το αν είναι πολεμικά ή φορτηγά, έχουν χαραχθεί με διαφορετικές κατευθύνσεις. Τα πολεμικά διευθύνονται προς τα αριστερά, ενώ τα φορτηγά πλέουν προς την αντίθετη κατεύθυνση, σαν να θέλουν να αποφύγουν τα πολεμικά. Τα μαζεμένα πανιά κάποιων από αυτά μας οδηγούν στην υπόθεση πως αιφνιδιάστηκαν μέσα σε λιμάνι. Οι ιππότες που σφάζουν ανθρώπους μας κάνει να σκεφτούμε ότι πρόκειται για επιδρομή Φράγκων. Χωρίς αμφιβολία ο ανώνυμος χαράκτης περιγράφει επιδρομή φράγκικων πολεμικών σε νησιωτικό λιμάνι. Το πιθανότερο είναι ότι την επιδρομή αυτή δέχτηκε το νησί της Πάτμου, αφού ανάμεσα στα καράβια είναι χαραγμένη η λέξη Πάτμος. Πραγματικά το 1659 η Πάτμος δέχτηκε την επίθεση του στόλου του Μοροζίνι (κώδικας 107 της Βιβλιοθήκης Ι. Μονής Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου). Για πρώτη φορά, όσο γνωρίζω, χάραγμα σε τοίχο εκκλησιάς ξεπερνά σε έκταση και περιεχόμενο τα όρια μιας απλής δεήσεως ή ενθυμήσεως και αποτυπώνει, με μνημειακό τρόπο και λεπτομερειακά σε μεγάλη επιφάνεια, μία σύνθετη παράσταση εμπνευσμένη από ένα σύγχρονο γεγονός. Τα χαράγματα αυτά στο παρεκκλήσι του Αγίου Βασιλείου είναι ένα συνταρακτικό ντοκουμέντο κάποιου αυτόπτη μάρτυρα, πιθανώς καλόγερου του μοναστηριού, που έχει όλη την ιδιότυπη απλότητα, αφέλεια και τόλμη του λαϊκού τεχνίτη."




















































































































































Το θλιβερό γεγονός της λεηλασίας της Πάτμου από τους Βενετούς δεν ήταν δυνατό να περάσει απαρατήρητο και να μη συγκινήσει σαν θρήνος εξιστορώντας στους μεταγενέστερους το χαλασμό αυτό. Ο άγνωστος σε μας λαϊκός ποιητής (ριμαδόρος), σύγχρονος της λεηλασίας, κάτω από την επίδραση των γεγονότων, μας χάρισε ένα στιχούργημα σε δεκαπεντασύλλαβους στίχους, που περικλείει πολύτιμες ιστορικές πληροφορίες. Το άσμα αυτό πρωτοδημοσιεύτηκε από τον Επαμεινώνδα Αλεξάκη στο περιοδικό ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ (Παρνασσὸς 12, 1888, σ. 324-329) με τον τίτλο "Άσμα πατμιακόν είτε ως κοινώς τα τοιαύτα ονομάζονται Ρίμα" [ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΦΟΡΟΠΟΥΛΟΣ, "Ιστορικές μαρτυρίες και άλλα ντοκουμέντα για την επιδρομή των Βενετών στην Πάτμο τον Ιούνιο του 1659", Φιλολογική Πρωτοχρονιά 1980.]